- κενοδόξου
- κενόδοξοςvain-gloriousmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Βίσμαρκ, Ότο φον- — (Otto von Bismarck Schönhausen,Σενχάουζεν 1815 – Φρίντριχσρου 1898).Γερμανός πολιτικός. Απόγονος των Πρώσων Γιούνκερ,βουλευτής στη συντακτική συνέλευση του 1848, πολέμησε τους φιλελεύθερους αντιπαραθέτοντας στα προγράμματά τους το πρόγραμμα… … Dictionary of Greek